Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών

ΤΑΞΗ 2026 – ΥΠΤΓΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

ΥΠΟΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ

Ο Δημήτριος Θεοδωράκης του Παναγιώτη (Παναγή ή Γεωργίου), γεννήθηκε στο χωρίο Απλιανη η Σταυροπήγιον του νομού Ευρυτανίας στις 12 Οκτωβρίου του 1889 η 1982 στα στρατιωτικά αρχεία. Απέκτησε την γενική μόρφωση του ελληνικού Γυμνασίου. Γνώστης της γαλλικής γλώσσας

Κατετάγη ως εθελοντής στον Ελληνικό Στρατό την 1 Οκτωβρίου 1910. Μετά από διετή εκπαίδευση και άσκηση στη Σχολή Υπαξιωματικών Πόρου προήχθη στο βαθμό του Λοχία την 1 Οκτωβρίου 1912. Κατά τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο ως νεαρός Λοχίας συμμετείχε στην μάχη των Συνόρων, στην κατάληψη της πόλης της Ελασσόνος, στη περίλαμπρη μάχη των Στενών του Σαρανταπόρου και στη μάχη των Γιαννιτσών. Στην ταχεία προέλαση για την κατάληψη της πόλεως της Θεσσαλονίκης. Στην απελευθέρωση των πόλεων Φλώρινας- Μοναστηριού, καθώς και στην τακτική κίνηση της Μεραρχίας προς ενίσχυση της πολιορκίας της πόλης των Ιωαννίνων. Ελαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους 1912-13 και στον ελληνοβουλγαρικό Πόλεμο του 1913. Διακρίθηκε για τον ηρωισμό και την μαχητικότητα του στη σκληρή και πολύνεκρη μάχη του Κιλκίς-Λαχανά στις μάχες Μπέλες-Δεμίρ Ισάρ καθώς και στις μάχες Στενών Κρέσνας-Σιμιτλή.

Μετά την λήξη του πολέμου δια την πολεμική του δράση προήχθη στο βαθμό του Επιλοχίου και στην συνέχεια στο βαθμό του Ανθυπασπιστή.

Στις 27 Δεκεμβρίου 1914 προήχθη σε ανθυπολοχαγό μόλις συμπλήρωσε τετραετή θητεία στο Στρατό.. Ελαβε μέρος στο Μακεδονικό Μέτωπο κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο 1917-18 ως υπολοχαγός Διμοιρίτης και ουλαμαγός πυροβολαρχίας του 4/Ι Συντάγματος Πεζικού. Συμμετείχε ως Λοχαγός Διοικητής πολυβολαρχείας και λόχου Τυφεκιοφόρων του 45/ΧΙ Συντάγματος Πεζικού στη Μικρασιατική εκστρατεία λαβών μέρος στις μάχες Νικομήδειας, Στενών Γκέιβες, Αρμάσας, Αντζά-Παζάρ Μαύρης Θάλασσας, Παπουτσάκ, Γενίκιοι, Πελετζίκ, Καρακιοί-Δορυλαίου (1920-22) και έφθασε νικηφόρα μέχρι τις εκβολές του Σαγγάριου ποταμού Νίκαιας παρά την ασκανίαν λίμνη.. Προήχθη σε Ταγματάρχη στις 18 Σεπ 25 και υπηρέτησε ως Διοικητής σε Μονάδες της Μακεδονίας και του Βορείου Αιγαίου.

Την 25 Αυγούστου 1934 αποστρατεύθηκε προαχθείς σε Αντισυνταγματάρχη και εγγραφείς εις το στέλεχος της εφεδρείας. Αργότερα η απόφαση της αποστρατείας ανακλήθηκε και με μεταγενέστερη απόφαση αποκαταστάθηκε βαθμολογικά λαμβάνοντας τον βαθμό του Αντισυνταγματάρχη από 17 Οκτωβρίου 1927 και σε Συνταγματάρχη από 7 Αυγούστου 1935.

Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έλαβε μέρος ως Εφεδρος Υποδιοικητής του 53ου Συντάγματος Πεζικού της ΙΧ Μεραρχίας του Γ’ Σώματος Στρατού, στα Ελληνοαλβανικά σύνορα της περιοχής της Καστοριάς. Στις 22 Νοεμβρίου 1940, ανέλαβε επιθετική πρωτοβουλία, ηγήθηκε αποσπάσματος καταδιώξεως εναντίων των υποχωρούντων Ιταλών και κατέλαβε την Κορυτσά. Ανακήρυξε την πόλη ελεύθερη και διορίστηκε Φρούραρχος αυτής. Η προκήρυξη που τοιχοκολήθηκε στην πόλη της Κορυτσάς αμέσως μετά την απελευθέρωση έγραφε «Εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου του Β’ και της Ελληνικής Κυβερνήσεως, αναπετάσσω, την Ελληνικήν Σημαίαν, ανακηρύσσω και αυθίς την πόλιν της Κορυτσάς Ελευθέραν και καλώ τον λαό αυτής είς υποταγήν προς τους Ελληνικούς Νόμους Η επιτυχία αυτή συγκλόνισε την ελληνική και διεθνή γνώμη και επηρέασε σημαντικά τις εξελίξεις του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Εκπαιδεύτηκε στην Στρατιωτική Σχολή Μηχανημάτων και Πολυβόλων το 1917 καθώς και στην Στρατιωτική Σχολή, Λοχαγών και Ταγματαρχών 1925-26 από γάλλους εκπαιδευτές.

Κατά την σύμπτυξίν του των Ελληνικών Δυνάμεων εκ του Αλβανικού μετώπου, διορίσθη Φρούραρχος Καλαμπάκας με αποστολή την συγκέντρωση-οργάνωση των υποχωρούντων τμημάτων εφοδιασμό των δια τροφίμων και διοχέτευση τούτων προς Ιωάννινα-Καρδίτσα δια την απελευθέρωση της οδού Τρικάλων-Λαρίσης-Φαρσάλων, προς διευκόλυνση της υποχωρήσεως του Μηχανοκίνητου Αγγλικού Στρατού.

Συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση κατά το έτος 1943 όπερ και του ανατέθη υπό του Στρατηγού ΜΑΧΑ η αποστολή της συλλογής πληροφοριών και αναγνωρίσεως των υπαρχούσων Γερμανικών Δυνάμεων και επάκτιων οχυρωματικών έργων είς την Βορειοδυτική Ελλάδα (Εντολή Στρατηγ. Μέσης Ανατολής).

Απεστρατεύθη στις 15 Αυγούστου του 1945 και του απενεμήθη ο βαθμός του Υποστρατήγου αναδρομικά από 2 Ιουνίου 1944 που προήχθη ο νεώτερος του. Διετέλεσε Διευθυντής και Υποδιευθυντής της Στρατιωτικής Λέσχης Αξιωματικών Φρουράς Αθηνών (1945-1949). Το 1950 επέστρεψε στην γενέτειρά του, την Αμπλιανη Ευρυτανίας και ανέλαβε πρωτοβουλίες για την αναδιοργάνωση του χωριού διατελώντας Πρόεδρος της Κοινότητας (1959-1963), καθώς και εκπρόσωπος της ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων του Νομού Ευρυτανίας. Απεβίωσε την 13 Αυγούστου 1988 και ο δήμος Αθηναίων παραχώρησε «τιμής ένεκεν» στον τάφο του στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.

Για τις προσφερθείσες υπηρεσίες του προς την πολιτεία ετιμήθη με τα παρακάτω μετάλλια:

α. Μετάλλιο ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων ΝΑΤΟ

β. Χρυσό Μετάλλιο της Μητρός των εκκλησιών

γ. Αργυρόν Σταυρόν του Βασιλικού Τάγματος του Φοίνικα

δ. Δίπλωμα τιμής του Συλλόγου Βορειοηπειρωτών Ελλάδος

ε. Δίπλωμα Τιμής και Ευγνωμοσύνης της Εταιρείας Ευρυτάνων Επιστημόνων.

Για την Πολεμική του δράση του απονεμήθηκαν τα παρακάτω μετάλλια:

α. Το μετάλλιο του Ελληνοτουρκικού Πολέμου μετά διεμβολών των Μαχών.

β. Μετάλλιο Ελληνοβουλγαρικού Πολέμου μετά διεμβολών των Μαχών

γ. Το Διασυμμαχικό Μετάλλιο και πολεμικού Σταυρού δια την πολεμική του δράση εν έτει 1918.

δ. Του απενεμήθη επίσης για την συμμετοχή του στις μάχες της Μικράς Ασίας το Χρυσό Αριστείο Ανδρείας, ο Πολεμικός Σταυρός Γ’ Τάξεως, Μετάλλιο εξαίρετων πράξεων ως και πλείστα εύφημαι μνείαι και έπαινοι.

Το ελληνικό κράτος του απένειμε επίσης Αναμνηστικό μετάλλιο Εκστρατείας 1940-41 του Γενικού Επιτελείου Στρατού.

Ο Δήμος της Ιεράς Πόλης του Μεσολογγίου με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, έδωσε το όνομά του σε μεγάλη πλατεία της πόλης απέναντι από την κεντρική είσοδο του Στρατοπέδου του 2/39 Συντάγματος Ευζώνων, στην ενορία του Αγίου Αθανασίου στα εγκαίνια τα οποία τελέστηκαν την Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2021 όπου τοποθετήθηκε μεγαλοπρεπές μνημείο με τη μαρμάρινη προτομή του ήρωα.